Ίων Δραγούμης – Ο οραματιστής της ελληνικής αυτογνωσίας…

Ίων Δραγούμης – Ο οραματιστής της ελληνικής αυτογνωσίας...

Γράφει ο Στυλιανός Καβάζης

Στην ιστορία των εθνών υπάρχουν πρόσωπα που δεν χωρούν στα στενά όρια μιας εποχής, άνθρωποι που γεννήθηκαν για να υπερβούν τον χρόνο και να αμφισβητήσουν τα σχήματα. Ένας τέτοιος άνθρωπος υπήρξε ο Ίων Δραγούμης (1878–1920) διπλωμάτης, στοχαστής, πολιτικός και συγγραφέας. Η ζωή του συνιστά τομή ανάμεσα στον 19ο και τον 20ό αιώνα, ανάμεσα στην παλαιά Ελλάδα των αγώνων και την νεωτερική Ελλάδα των διλημμάτων και των εσωτερικών αντιφάσεων.

Ο Ίων Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεμβρίου 1878, σε οικογένεια πολιτικά δραστήρια και μορφωμένη, πατέρας του ήταν ο πολιτικός Στέφανος Δραγούμης και μητέρα του η Ελισάβετ Κοντογιαννάκη. Από μικρός ήρθε σε επαφή με την παιδεία και τα γράμματα, όμως δεν τον καθόρισε η ακαδημαϊκή αυστηρότητα, αλλά η πνευματική ανησυχία. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1899 εισήλθε στο διπλωματικό σώμα, υπηρετώντας διαδοχικά στη Φιλιππούπολη, στο Μοναστήρι, στη Σέρβια, στη Σόφια και στην Αλεξάνδρεια.

Η διπλωματική του υπηρεσία τον έφερε αντιμέτωπο με το σκληρό πρόσωπο της τότε υπόδουλης Μακεδονίας στους Οθωμανούς, μιας γης κατακερματισμένης από εθνοτικές συγκρούσεις, ένοπλες συμμορίες και ιδεολογικές ζυμώσεις. Ο νεαρός Δραγούμης δεν έμεινε απλός παρατηρητής. Μέσα από τη δράση του, συνέβαλε καθοριστικά στην οργάνωση των ελληνικών κοινοτήτων και στην προετοιμασία του Μακεδονικού Αγώνα (1904–1908). Εκεί γνώρισε και ενέπνευσε τον Παύλο Μελά, τον οποίο βοήθησε να περάσει στη Μακεδονία και να οργανώσει τις πρώτες ελληνικές αντάρτικες ομάδες.

Ο Δραγούμης υπήρξε από τους πρώτους που αντιλήφθηκαν πως το ελληνικό έθνος δεν είναι μόνο γεωγραφία ή καταγωγή, αλλά συνείδηση και πολιτισμός. Όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο ίδιος:

«Ακουμπώντας στο έθνος μου, να γίνω πιο άνθρωπος, δεν μπορεί κανείς να είναι άνθρωπος ξεχνώντας την καταγωγή του».

Μετά τον θάνατο του Παύλου Μελά, ο Δραγούμης στράφηκε στη συγγραφή και στη δημόσια σκέψη. Στα έργα του (Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα, Σαμοθράκη, Όσοι ζωντανοί, Ελληνικός πολιτισμός) καταγράφει έναν βαθύ στοχασμό πάνω στο νόημα της ελευθερίας, της κοινότητας και της εθνικής αξιοπρέπειας.

Δεν πίστευε στην απολυταρχία του κράτους· θεωρούσε πως ο ελληνικός πολιτισμός ανθεί μόνο μέσα από τις κοινότητες και την αυτοδιοίκηση, εκεί όπου ο πολίτης βιώνει την ευθύνη του συλλογικού. Ήταν υπέρμαχος της αποκέντρωσης και αντίπαλος της κρατικής γραφειοκρατίας, γράφοντας:

«Ας λείψει το κράτος που παραμορφώνει την εθνική ψυχή, αν το κράτος στενοχωρεί το έθνος, πρέπει ή να αλλάξει ή να χαθεί».

Ο Δραγούμης, αν και φιλελεύθερος στην οικονομία και ρεαλιστής στη διοίκηση, υπήρξε συντηρητικός στον πολιτισμό. Πίστευε στην ανάγκη μιας νέας ελληνικής αναγέννησης, όχι ως αντιγραφής της Δύσης, αλλά ως συνέχειας του ελληνικού πνεύματος. Για τον ίδιο, η Ευρώπη είχε αποκοπεί από τις πνευματικές της ρίζες και η Ελλάδα όφειλε να βρει το δικό της δρόμο, ισορροπώντας ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση.

Η αντίθεσή του προς τον Βενιζελισμό δεν ήταν απλώς πολιτική αλλά φιλοσοφική. Θεωρούσε τον βενιζελισμό προσωρινό, επιφανειακό, «ευρωπαϊκό βερνίκι» που κάλυπτε την αυθεντική ελληνική ουσία. Έγραφε:

«Ο βενιζελισμός είναι καπατσοσύνη, επιτηδειότητα, αρριβισμός, είναι πασάλειμμα με φράγκικες ιδέες, λαμπερό σοβάντισμα ενός κακοχτισμένου τοίχου».

Για τον Δραγούμη, η πολιτική όφειλε να είναι πράξη ήθους και όχι τέχνη επιβολής.

Κατά τα χρόνια του Εθνικού Διχασμού (1915–1917), ο Ίων Δραγούμης υπήρξε ένθερμος πολέμιος του Βενιζέλου και της πολιτικής του. Εξορίστηκε στην Κορσική και αργότερα στη Σκόπελο, μαζί με άλλες αντιβενιζελικές προσωπικότητες. Μετά την αμνηστία του 1919, επέστρεψε στην Αθήνα και συνέβαλε στην οργάνωση της Ενωμένης Αντιπολίτευσης, επιχειρώντας να ενώσει τις διάσπαρτες δυνάμεις που αντιτίθεντο στην πολιτική κυριαρχία του Βενιζελισμού.

Τον Ιούλιο του 1920, η Ελλάδα βρισκόταν σε έκσταση μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Δύο μέρες μετά, στο Παρίσι, εκδηλώθηκε αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου. Η είδηση της υποτιθέμενης δολοφονίας του πρωθυπουργού προκάλεσε κύμα βίας στην Αθήνα. Στις 31 Ιουλίου, ο Δραγούμης συνελήφθη σε ενέδρα ανδρών της ασφαλείας του τότε αρχηγού της Χωροφυλακής Εμμανουήλ Ι. Ζυμβρακάκη στη Λεωφόρο Κηφισίας (σημερινή Βασιλίσσης Σοφίας). Λίγο αργότερα, εκτελέστηκε εν ψυχρώ δίχως καμία επίσημη αιτιολογία έως και σήμερα.

Η εφημερίδα Σκριπ περιέγραψε τη σκηνή:

«Οι στρατιώται αφού εσταμάτησαν, επυροβόλησαν. Ο πυροβοληθείς πολίτης κατέπεσεν άπνους, χωρίς να βγάλει κραυγήν, χωρίς να είπη τι».

Η δολοφονία του, μόλις στα 42 του χρόνια, έγινε αρνητικό σύμβολο του Διχασμού, της τραγωδίας ενός έθνους που αδυνατούσε να συνυπάρξει με τις ίδιες του τις ιδέες.

Ο Ίων Δραγούμης δεν άφησε πίσω του κάποιο κόμμα ή πολιτική παράδοση, άφησε όμως κάτι πολύ πιο σημαντικό μια πνευματική στάση. Τον ενδιέφερε η αναγέννηση του Έλληνα ως φορέα πολιτισμού, όχι ως απλού υπηκόου ενός κράτους. Ήθελε ένα έθνος με αυτοπεποίθηση, με κοινότητες που παράγουν ήθος και όχι εξουσία.

Σήμερα, περισσότερο από έναν αιώνα μετά τον θάνατό του, το πνεύμα του Δραγούμη παραμένει επίκαιρο. Μας υπενθυμίζει ότι η αληθινή πρόοδος δεν είναι μίμηση, αλλά δημιουργία εκ των έσω ότι η ελευθερία δεν είναι πολιτικό δόγμα, αλλά πνευματική στάση,ότι το έθνος δεν είναι απλώς σύνορα, αλλά πολιτισμός και ευθύνη.

Ο Δραγούμης έζησε και πέθανε με αξιοπρέπεια, αρνούμενος να υποκύψει στον καιροσκοπισμό της εποχής του. Ήταν διπλωμάτης χωρίς υποτέλεια, στοχαστής χωρίς σχολή, πολιτικός χωρίς προσωπικό όφελος. Ήταν, πάνω απ’ όλα, ο Έλληνας που πίστεψε ότι ο πολιτισμός είναι μορφή αγώνα.

Και ο αγώνας αυτός, όπως έγραψε, «είναι μέσα μας, δεν τελειώνει ποτέ».

Κλείνοντας ο Ίων Δραγούμης δεν ανήκει σε καμιά παράταξη. Ανήκει σε εκείνους που πιστεύουν ότι το μέλλον της Ελλάδας θεμελιώνεται στην αυτογνωσία και στην ελευθερία του πνεύματος.

Η δολοφονία του δεν ήταν το τέλος μιας πολιτικής ζωής αλλά η αρχή ενός εθνικού διαλόγου για το ποιοι είμαστε και πού πηγαίνουμε.

«Είναι σκληρή η ιδέα πως χάνεται η Πόλη, αλλά δεν με ταράζουν βυζαντινά όνειρα τόσο, όσο η γνώση πως, είτε έχουμε είτε δεν έχουμε την Πόλη, είμαστε μέτριοι, ψόφιοι, κακομοιριασμένοι, κοιμισμένοι και μέτριοι, μέτριοι. Οι λέξεις: «Να πάρουμε την Πόλη» είναι σύμβολο, που δεν σημαίνει «Να ξαναφτιάσουμε τη βυζαντινή αυτοκρατορία», αλλά «Να είμαστε δυνατοί». Έτσι το ιδανικό της ποσοτικής αυξήσεως μετατίθεται σε ιδανικό ποιοτικής αυξήσεως. Να είμαστε δυνατοί. Πρέπει να κινητοποιηθούν οι Έλληνες που δεν φέρουν την ελληνικότητά τους σαν βάρος ή ατυχία, που θα θέσουν στόχους μεγάλους και τολμηρούς.»

~Ίων Δραγούμης~

Αναδημοσιεύστε το ΠΑΝΤΑ με ενεργό link της πηγής.

Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.  To ιστολόγιο μας δεν υιοθετεί τις απόψεις των αρθρογράφων, ούτε ταυτίζεται με τα θέματα που αναδημοσιεύει από άλλες ενημερωτικές ιστοσελίδες και δεν ευθύνεται για την εγκυρότητα, την αξιοπιστία και το περιεχόμενό τους.

By Έλληνας Πατριώτης

Απάντηση

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ